Από την Αθήνα στην Τήνο: Η Ντένη Καλλιβωκά μοιράζεται το πιο ξεχωριστό ημερολόγιο καραντίνας όπως το έζησε στο νησί

Eίναι δημοσιογράφος γεύσης και αποσταγμάτων, Partner του International Difford’s Guide for Greece and Cyprus, ιδρύτρια του Aegean Cocktails & Spirits, Executive Director του Metron Ariston Making Responsibility a Trend, αλλά και συνδιοργανώτρια του Athens Rum & Whisky Festival. Η Ντένη Καλλιβωκά είναι μία ξεχωριστή προσωπικότητα.

Από τα 18 της χρόνια, κάνει το γύρο του κόσμου αποκτώντας καινούργιες εμπειρίες και γεύσεις. Δεν είχε σκεφτεί, όμως, πως αργότερα το πάθος της, θα γινόταν επάγγελμα! Σπούδασε Μάρκετινγκ και συνέχισε με  μεταπτυχιακό στο Media Communications του City University στο Λονδίνο. Εδώ και 16 χρόνια αρθρογραφεί για το φαγητό, το κρασί και το ποτό στα κορυφαία έντυπα της Ελλάδας. Πάντα συνδυάζοντας τις εμπειρίες και τις αναμνήσεις με τη γεύση, με κριτική ματιά αναγνωρίζει το «παλιό» αλλά όχι ξεπερασμένο, το καινούργιο αλλά όχι «της μόδας». Όταν βρίσκεται στην πόλη, θα πει «γεια μας!» πίνοντας τσίπουρο, θα μας πάει για κοκτέιλ, θα μας οδηγήσει δίπλα στη θάλασσα για να γευτούμε την κουζίνα της περιοχής. Από το 2008, βέβαια, έρωτάς της είναι η Τήνος. Λίγο πριν την έναρξη της δεύτερης καραντίνας αποφάσισε με την οικογένειά της να ζήσουν στο νησί. Η αποτύπωση των στιγμών της στα social media συνοδευόμενη και από μία μικρή ιστορία, μέρα με τη μέρα έκανε την παρουσία της όλο και πιο ξεχωριστή. Αυτή τη μοναδική προσέγγισή της που γεννήθηκε μέσα στην πανδημία, ζήτησα από την Ντένη να μου την αποτυπώσει. Και το έκανε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Ελπίζω να σας ταξιδέψει όπως ταξίδεψε εμένα αλλά και όλους τους διαδικτυακούς της φίλους με αυτή την ξεχωριστή της απόφαση και ιστορία.

Καραντίνα στο νησί

«Γεννήθηκα» παιδί της Μυκόνου. Κάθε καλοκαίρι με την μαμά μου, μας θυμάμαι στο καράβι Σύρο-Τήνο- Μύκονο. Συχνά η πρώτη  στάση ήταν στην Τήνο, στην Παναγία. Με το επόμενο καράβι φεύγαμε για Μύκονο. Αγαπούσα την Μύκονο από παιδί. Πήγαινα κάθε Ιούνιο λίγες μέρες. Το 2008 γνώρισα τον Δημήτρη. Ήρθαμε του Αγίου Πνεύματος στο νησί του, την Τήνο. Εκείνο το πρώτο πρωινό που αντίκρυσα τον κόλπο ερωτεύτηκα. Με την πρώτη ματιά.

Πήραμε την απόφαση να έρθουμε στο νησί… μια φανταστική  μπουνάτσα τον Ιούλιο. Κολυμπούσα μόνη μου βαθιά στις σπηλιές και ένιωθα τόσο τυχερή μετά από ένα δίμηνο καραντίνας. Και μετά σκέφτηκα τον χειμώνα… και αυτά που έρχονταν. Την δεύτερη ίσως και τρίτη καραντίνα. Το διαδικτυακό σχολείο. Φρίκαρα.  Και ήταν η πρώτη φορά που σκέφτηκα μήπως ήταν η στιγμή να πραγματοποιήσω το όνειρό μου να μείνω  για ένα χρόνο σε μια όμορφη επαρχία.

Το είπα στον Δημήτρη.

Ξέρει ότι όταν μου μπει κάτι στο κεφάλι,  δεν μου βγαίνει εύκολα… ειδικά αν μου πει κάποιος ότι «δεν γίνεται», δεν μου έφερε αντίρρηση.

Υπήρχαν οι συνθήκες γενικά. Δεν θα είχαμε Φεστιβάλ φέτος, ούτε ταξίδια. Θα μπορούσαμε να  δουλεύουμε διαδικτυακά, να πηγαίνουμε Αθήνα 2 φορές τον μήνα από 3-4 μέρες και να μαζεύουμε τις δουλειές μας. Τα είπαμε τα ονειρευτήκαμε και μετά το βάλαμε στην άκρη. Και ήρθε ο Αύγουστος. Κοντά στα μέσα του Αυγούστου τον ξαναρώτησα. Τι θα κάνουμε τελικά. Άρχισε να μου απαριθμεί τις συνθήκες που «δεν» υπήρχαν!  Όσα δεν γίνονταν. Και τότε εγώ άρχισα να βλέπω ένα challenge και πόσα πράγματα θα μπορούσα να τα κάνω να γίνουν. Την έχω αυτήν την τρέλα. Από την Κεφαλλονίτικη ρίζα μου μάλλον.

«Ο δρόμος κλείνει, η θέρμανση δεν θα επαρκεί, θα πέφτει συχνά το ίντερνετ.»  Του είπα ότι όταν ήμουν κάπου 18-20 είχα δει το Baby Boom με την Diane Keaton. Μια  career woman «κληρονόμησε» ένα μωρό και αναγκάστηκε λόγω διαφόρων συνθηκών να φύγει από την Νέα Υόρκη και την τρελή της ζωή εκεί και να μετακομίσει σε μία επαρχία. Το είχα ονειρευτεί τότε, κάποια στιγμή στην ζωή  μου να περάσω 6μήνες ένα χρόνο σε μία όμορφη επαρχία. Εκεί λύγισε. Ήταν όνειρό μου.

Την απόφαση την πήραμε 1η Σεπτεμβρίου. Εκείνη την ημέρα μίλησα με εταιρία τηλεφωνίας και κλείσαμε ραντεβού για να έρθουν να βάλουν τηλέφωνο και ιντερνέτ. Μας πρότειναν 50άρα γραμμή καθώς η περιοχή, μας είπαν, είχε την δυνατότητα. Καμία σχέση. Μας βγήκε το λάδι να βάλουμε ίντερνετ. Τράβηξε ο Δημήτρης μόνος του 200 μέτρα καλώδιο.

Το σπίτι… ήταν καλοκαιρινό. Ένα υπέροχο σπίτι σε ένα βράχο ψηλά πάνω από την θάλασσα, δομημένο για να περνάς 2-3 εβδομάδες το καλοκαίρι. Ούτε οργανωμένο  φωτισμό δεν είχαμε γιατί μου άρεσαν τα κεριά. Ούτε θερμοσίφωνο αφού το καλοκαίρι κάναμε μπάνιο με χλιαρό νερό όπως ερχόταν από το δίκτυο.  Ετσι δεν έβγαινε ο χειμώνας. Το πετρογκάζ αντικαταστάθηκε με κουζίνα για να υπάρχει και φούρνος. Μπήκε θερμοσίφωνο, έγιναν μονώσεις. Βάλαμε έντονο φως. Δεν μπορείς να είσαι στην ερημιά χειμώνα με 9 μποφόρ και να μην έχει φως. Βάλαμε καλωδιακή τηλεόραση, Netflix, (μέχρι τον Σεπτέμβριο δεν είχαμε τηλεόραση στο νησί. Στις διακοπές αρνούμαι να βλέπω ειδήσεις και τηλεόραση).

Η δεύτερη καραντίνα… Μας βρήκε στην Αθήνα όπου περάσαμε ολόκληρο τον Οκτώβριο για δουλειές. Ανακοινώθηκε Πέμπτη και φύγαμε τρέχοντας Σάββατο πρωί για να περάσουμε τον χειμώνα στο νησί. Η περιπέτεια ξεκινούσε.

Οι μέρες… το φθινόπωρο περνούσαν υπέροχα. Ο μικρός τελείωνε γρήγορα τα μαθήματα του γιατί το απόγευμα βρίσκονταν όλα τα παιδιά στο γήπεδο στον Πάνορμο και έπαιζαν μέχρι να νυχτώσει. Καθημερινά έπαιζαν, ψάρευαν. Πέρασε στην 6η Δημοτικού αυτό που θα έπρεπε να παιδιά να περνούν και στα 6 χρόνια του Δημοτικού. Τα Σαββατοκύριακα κολυμπούσε με τους φίλους του μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου.

Εμείς δουλειά στο λάπτοπ, περπάτημα σε μονοπάτια, μαγείρεμα. Και πολλές δουλειές στο σπίτι. Δουλειές που δεν υπάρχουν στην Αθήνα. Που σαν παιδί της πόλης δεν μπορείς να φανταστείς. Καθαρίζαμε με φτυάρι τον δρόμο όταν είχε αέρα για να μην κλείνει τόσο εύκολα. Ταΐζαμε τις κατσίκες που υπάρχουν στην περιοχή. Μετακινούσαμε τα πράγματα από τη μία βεράντα στην άλλη για να μην φεύγουν, λόγω του αέρα. Έχει πολλά μποφόρ η περιοχή.

Τα βράδια μία ταινία ή ένα επεισόδιο Ηρακλή Πουαρό που αρέσει και στους τρεις μας.

Και άλλες δουλειές. Κλείναμε χαραμάδες στις πόρτες, οργανώναμε το σπίτι για τον χειμώνα. Και ήρθε ο χειμώνας και μετά από πολύ αναμονή, 2 μηνών, ήρθε και η ξυλόσομπα. Οι φίλοι κουβάλησαν, ο Δημήτρης την εγκατέστησαν, ήρθαν τα ξύλα. Και μετά ο Δημήτρης αγόρασε τσεκούρι. Τότε τον είδα πρώτη φορά να κόβει ξύλα με τσεκούρι. «Ο εραστής της λαίδης Τσάτερλι» είπε η μαμά μου όταν της τον περιέγραφα. Ανακαλύπταμε ξανά ο ένας τον άλλον.

Αλλά ο χειμώνας δεν είχε  μόνο εύκολα. Δεν μπορούσαμε να πάμε καθόλου στην Αθήνα, γιατί μετά δεν θα μπορούσαμε να γυρίσουμε σαν κάτοικοι Αθηνών. Έρχονταν Χριστούγεννα. Δεν μπορούσα να τα φανταστώ μακριά από το σπίτι μου, τα άπειρα στολίδια μου, τους γονείς μου. Και μια μέρα ήρθαν 4 γιγαντιαίες κούτες. Και η μαμά μου έστειλε τα Χριστούγεννα στην Τήνο. Στολίσαμε. Υπέροχο έγινε το θαλασσινό μας σπιτάκι ντυμένο Χριστουγεννιάτικο. Οι φίλοι γλυκαίνονταν με το που έμπαιναν. Και αρχίσαμε τις βεγγέρες. Περάσαμε πολύ όμορφα τις γιορτές. Διαφορετικά αλλά πολύ όμορφα.

Ο Ιανουάριος είχε δύσκολους καιρούς. Ένα βράδυ μας βρήκε στις δύο την νύχτα, με δέκα μποφόρ, τον Δημήτρη κρεμασμένο σε μια σκάλα, την οποία εγώ προσπαθούσα να συγκρατήσω, γιατί  αέρας είχε σπάσει τα τσέρκια και θα έφευγε το μπουρί της σόμπας. Τι Survivor και πράσινα άλογα. Για να πάμε τον μικρό στο σχολείο παίρναμε φόρα για να περάσουμε με «κολλιές» πάνω από την άμμο που μάζευε ο δρόμος στην παραλία. «Δεν φανταζόμουν ποτέ ότι στα 50 μου θα έκανα τους Ντιουκ» έλεγε ο Δημήτρης.

Από τις αρχές Φεβρουαρίου το νησί έγινε ένα πράσινο χαλί. Και γέμισε αγριολούλουδα. Τον Μάρτιο κάναμε υπέροχα περπατήματα. Τον Απρίλιο παντού έβλεπες μαργαρίτες και όλων των λογιών τα λουλούδια. Το Πάσχα εδώ, ήταν πολύ όμορφο.

Το σχολείο…είναι ένα από αυτά τα μαγικά σχολείο που βλέπουμε σε ζωγραφιές. Ένα πανέμορφο μακρόστενο νεοκλασικό με τεράστιο προαύλιο και μαυρόασπρες φωτογραφίες από μαθητές της δεκαετίας του 40 -50 τότε που το σχολείο είχε πάνω από 100 μαθητές. Τώρα είναι μονοθέσιο. Με δύο δασκάλες με αγάπη και κέφι για αυτό που κάνουν και 12 παιδιά. Στο σύνολο. Στην έκτη τάξη ο γιος μου, έχει ένα συμμαθητή. Τον Δημήτρη. Ένα απίθανο πιτσιρίκο που έγινε ο καλύτερος φίλος του Γιάννου.

Τα μαγειρέματα… Εντάξει τι να πω. Πάντα μαγείρευα «νόστιμα», μάλλον επειδή έχω αίσθηση της γεύσης. Αλλά καθόλου συχνά. Πέρα από τα βασικά μακαρόνια, κοτόπουλο, κανένα αρακά Μπαρμπαστάθη και σπεσιαλιτέ σπανακόπιτα μία φορά τον χρόνο. Εδώ πρωτομαγείρεψα φακές, φασολάδα, σπανακόρυζο. Έμαθα να ψήνω κότσια, μπριζόλες. Να φτιάνω τηγανιές, παστίτσιο, σουφλέ, τάρτες και πόσα άλλα. Μα πάνω από όλα έμαθα να κάνω τραπέζια. Στην Αθήνα συνήθως παραγγέλναμε. Δουλεύαμε άπειρες ώρες – πού χρόνος και διάθεση για μαγειρέματα.  Σπάνια καλούσαμε κόσμο για τραπέζι… Έστρωνα πάντα εντυπωσιακά τραπέζια αλλά τα φαγητά ήταν κάποια φτιαγμένα από τις μαμάδες, κάποια απέξω. Εγώ το πολύ να έκανα μία σαλάτα και κάτι ακόμη. Μου ήταν αδύνατο να το οργανώσω. Εδώ το κατάφερα. Την πρώτη φορά πελάγωσα εντελώς. Μετά ήταν πιο εύκολο. Αλλά η χαρά πολλαπλάσια!

Οι φίλοι… Με τους φίλους μας από του νησί από το Tinos Food Paths βρεθήκαμε πιο κοντά. Συχνά βρισκόμασταν στο Aegean Cocktails & Spirits τρέχαμε σαν τους τρελούς και οι ίδιοι το καλοκαίρι δούλευαν 18 ώρες το 24ωρο. Τώρα βρεθήκαμε πιο χαλαρά. Γελάσαμε, μιλήσαμε. Μα κάναμε και καινούργιους φίλους. Γονείς από συμμαθητές του μικρού. Ανθρώπους με τους οποίους ταιριάξαμε. Που μας αγκάλιασαν με συγκινητικό τρόπο. Μας καλούσαν συχνά στα σπίτια τους. Έρχονταν στο δικό μας. Μας έδειξαν το νησί μέσα από τα δικά τους  μάτια. Με την Κατερίνα κάναμε ατελείωτα περπατήματα και κουβέντες. Ο Μάκης και ο Γιώργος βοήθησαν να κουβαλήσουμε τις σόμπες, Ο Τριαντάφυλλος και ο Πάρης να μπει το ίντερνετ.  Δεν μας άφησαν μόνους στις γιορτές. Μας στήριξαν. Γίναμε φίλοι. Από τώρα σκέπτομαι το πώς θα φύγουμε…

Ανακαλύπτω… κομμάτια του εαυτού μου. Χάνομαι μέσα στις σκέψεις μου. Χαίρομαι που βγαίνω έξω και βλέπω αυτό το θέαμα που δεν το χορταίνω με τίποτα. Τις μέρες που έχω στενοχώριες κοιτώ την θάλασσα και μου αλλάζει  την διάθεση.

Οι μυρωδιές…στρίβεις στην στροφή του Ρόχαρι και σου έρχεται το θυμάρι. Κατεβαίνεις στην παραλία κα μυρίζει θάλασσα. Μα και με το που βγαίνεις από το καράβι ο Βοριάς μυρίζει «Τήνο».

Τα χρώματα. Αχ αυτά τα χρώματα. Μου λένε «τι φοβερές φωτογραφίες που βγάζεις». Δεν βγάζω εγώ φωτογραφίες. Απλά πατάω το κουμπί και απαθανατίζω τα χρώματα τα απίστευτα και τα τοπία τα μαγικά που υπάρχουν μπροστά μου.

Η θάλασσα… Δεν την χορταίνεις. Μένεις δίπλα. Την βλέπεις κάθε μέρα και από τα παράθυρα. Δεν την βαριέσαι. Άλλα χρώματα κάθε μέρα, άλλη εικόνα. Κολυμπήσαμε και την Δεκέμβριο και τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο. Πρωτοχρονιά κάναμε με μπάνιο στην θάλασσα. Γεμίζεις ενέργεια και ζωή. Τον Απρίλιο ξεκινήσαμε κανονικά. Ονειρεμένη η θάλασσα, έρημη, αυτή την εποχή.

Ο αέρας… Η πρώτη λέξη που σου έρχεται στο μυαλό όταν σκέπτεσαι την Τήνο. Φυσάει ανελέητα. Υπάρχουν καλοκαίρια που δεν μπορούμε πάνω από 2-3 φορές στις 30 μέρες να βγούμε έξω το καλοκαίρι να πιούμε καφέ. Ο χειμώνας έχει πολλούς νοτιάδες.

Το μέλλον… Όταν νιώθεις ότι δεν έχεις χάσει χρόνο-χρόνια από την ζωή σου, το μέλλον είναι σύμμαχος.  Με δεδομένες τις παγκόσμιες συνθήκες της πανδημίας, με την απόφαση αυτή, μάλλον κερδίσαμε, δεν χάσαμε χρόνο από την ζωή μας. Κερδίσαμε εμπειρίες, εικόνες, στιγμές.

Οι σκέψεις…

Πριν 10 χρόνια κάνοντας  μία ανασκόπηση σε όσα είχα στο check list μου έκανα τικ σε πολλά που είχα κάνει. Και ένιωσα και μία θλίψη γιατί έφτανα σε μία ηλικία που κάποια άλλα δεν θα τα πραγματοποιούσα ποτέ κατά πάσα πιθανότητα. Δεν θα πετούσα με αλεξίπτωτο – γιατί  πλέον φοβάμαι, δεν θα έμενα για ένα μεγάλο διάστημα σε μία όμορφη επαρχία. Με τους ρυθμούς και τις υποχρεώσεις της ζωής μου αυτό ήταν αδύνατο.

Το 2020 -2021 ήταν η χρονιά που πραγματοποίησα ένα ακόμη από τα πράγματα που είχα ονειρευτεί να κάνω στην ζωή μου.

Ήταν η χρονιά που είδα ότι μπορούσα να το κάνω και αυτό. Που ανέλαβα εξολοκλήρου την οικογένεια.

Ήταν η χρονιά που ανακάλυψα την Τήνο ακόμη περισσότερο. Που ένιωσα πιο δυνατή.

Τα πλάνα…

Απολαμβάνουμε την άνοιξη στο νησί. Και ξέρουμε… να είμαστε καλά (πρόταση που σταθερά έχει μπει στο λεξιλόγιο τον τελευταίο χρόνο) ότι από του χρόνου όταν θα ερχόμαστε θα είναι διαφορετικά. Θα έχουμε άλλες ρίζες, άλλους φίλους, άλλες αναμνήσεις.

 

Διαβάστε επίσης:

Οντίλ Ρενό – Μπασό (EBRD): Γιατί η Ελλάδα θα επανέλθει δυναμικά μετά την πανδημία

Λάνα Μανδύλα: Πάθος για τη γλώσσα, αγάπη για την Ελλάδα

Ιουλία Τσέτη: «Ηθική μας υποχρέωση να επενδύουμε τα χρήματά μας στην Ελλάδα»