SUCCESS STORY

Jane Goodall: Η ζωή και το έργο της θρυλικής πρωτευοντολόγου

Τι λέει για τον κορονοϊό

Πηγή φωτογραφίας Guerin Blask for The New York Times
Πηγή φωτογραφίας Guerin Blask for The New York Times

Η θρυλική πρωτευοντολόγος, ανθρωπολόγος και ακτιβίστρια,  Dr Jane Goodall, μιλά για την πανδημία του COVID-19 και κρούει τον κώδωνα του κινδύνου. Ελπίζει ότι η πανδημία του κορονοϊου θα μας αφυνπνίσει, δείχνοντάς μας ότι η κρίση αυτή είναι αποτέλεσμα της συμπεριφοράς και αδιαφορίας του ανθρώπου προς τη φύση και τα ζώα. Πιστεύει, δε, πως θα έπρεπε να γνωρίζουμε ότι ένας τέτοιος ιός θα δημιουργούσε μια πανδημία, που θα άλλαζε τα δεδομένα της ανθρωπότητας, καθώς τέτοιοι ιοί, όπως ο SARS και ο HIV έχουν έρθει από τα ζώα στον άνθρωπο.

Τόσο ο SARS, όσο και ο COVID-19 είναι είδη κορονοϊών, που έχουν εντοπιστεί σε αγορές ζώων ή σε λαϊκές αγορές, όπου πωλούνται ψάρια και κρέας στην Κίνα. Για την Dr Jane Goodall, η απώλεια ζωϊκών οικοτόπων και η εντατική καλλιέργεια αποτελούν μέρος του προβλήματος, διευκολύνοντας έτσι τη διάδοση των ιών από το ένα ζώο στο άλλο και στη συνέχεια στον άνθρωπο.

«Πρέπει να μάθουμε να σκεφτόμαστε διαφορετικά για το πώς αλληλεπιδρούμε με τον φυσικό κόσμο. Ένα από τα προβλήματα είναι ότι καθώς όλο και περισσότερα δάση έχουν εξαφανιστεί, τα ίδια τα ζώα έχουν έρθει σε στενότερη επαφή μεταξύ τους. Οι περισσότεροι από αυτούς τους ιούς που έφτασαν σε εμάς, έχουν έρθει μέσω ενός διαμεσολαβητή. Έτσι, υπάρχει ένας ξενιστής σαν τις νυχτερίδες και στην περίπτωση του COVID-19 πιστεύεται ότι ο ιός μεταπήδησε σε έναν παγκολίνο και στη συνέχεια σε μας».

Σε πρόσφατη συνέντευξή της, μιλώντας για την πανδημία, δήλωσε πως είναι ένα καλό σημάδι πως έκλεισαν οι περίφημες αγορές της Κίνας στις οποίες πωλούνται άγρια ζώα, απ’όπου λέγεται πως ξεκίνησε η διασπορά του ιού. Ωστόσο, για να γίνει πιο μόνιμη η εφαρμογή του μέτρου ανέφερε πως χρειάζεται περισσότερη σκέψη, καθώς όπως στην Ασία έτσι και στην Αφρική, οικογένειες ολόκληρες στηρίζονται οικονομικά στις αγορές αυτές. Από την άλλη πλευρά, όμως, η πανδημία αυτή ήρθε για να μας διδάξει πολλά πράγματα.

«Ο καθένας μπορεί να κάνει τη διαφορά κάθε μέρα. Εάν σκεφτείτε τις συνέπειες των μικρών επιλογών που κάνετε: αυτό που τρώτε, από πού προήλθε, προκάλεσε πόνο στα ζώα, γίνεται με εντατική καλλιέργεια, είναι φθηνό λόγω της παιδικής δουλείας, έβλαψε το περιβάλλον η παραγωγή του; Αυτό που μπορούμε να κάνουμε στις προσωπικές μας ζωές καθορίζει το ποιοι είμαστε, αλλά όλοι μπορούμε να κάνουμε τη διαφορά».

Η ζωή της κορυφαίας Dr Jane Goodall

Η Valerie Jane Morris-Goodall γεννήθηκε το 1934, στο Hampstead του Λονδίνου. Ο πατέρας της, Mortimer Herbert Morris-Goodall, ήταν επιχειρηματίας και η μητέρα της, Margaret Myfanwe Joseph, μυθιστοριογράφος που έγραφε με το ψευδώνυμο Vanne Morris-Goodall.

Όταν η Goodall ήταν μικρή, ο πατέρας της, θέλοντας να της χαρίσει κάποιο παιχνίδι, της έφερε έναν πάνινο χιμπαντζή, που τον ονόμασαν Jubilee. Το δώρο της άρεσε και, όπως είχε πει σε κάποια συνέντευξή της, από εκείνη τη στιγμή γεννήθηκε η αγάπη και το ενδιαφέρον της για τα ζώα. Αν και για τα άλλα παιδιά, το παιχνίδι αυτό φαινόταν σχεδόν τρομακτικό, για την ίδια ήταν κάτι ξεχωριστό. Ένα δώρο, που όπως έχει εκμυστηρευθεί, βρίσκεται μέχρι και σήμερα στο κομοδίνο του σπιτιού της, στο Λονδίνο. Η Goodall έχει μια αδερφή, με την οποία έχουν γενέθλια την ίδια ημέρα, αν και γεννήθηκαν με τέσσερα χρόνια διαφορά.

Παρότι η οικογένειά της μετακόμισε σε αρκετές χώρες, η παιδική ηλικία της ήταν ευτυχισμένη. Από νεαρή ηλικία αγαπούσε τα ζώα και απολάμβανε την εξερεύνηση και παρατήρηση της άγριας φύσης, όπου έβρισκε πολλά ζώα. Η οικογένειά της, στηρίζοντας την αγάπη της, της πήρε πολλά κατοικίδια ζώα, συμπεριλαμβανομένου ενός σκύλου και μιας χελώνας. Σε ηλικία πέντε ετών, είχε εξαφανιστεί για ώρες, με την οικογένειά της να την αναζητά εναγωνίως. Τελικά, όταν βρέθηκε, αποδείχθηκε ότι καθόταν για ώρες στο κοτέτσι. Ήθελε να μάθει πώς οι κότες έκαναν αυγά.

Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο πατέρας της είχε καταταγεί στο στρατό και παρά τον φόβο, τις βόμβες που έσκαγαν δίπλα τους και την πείνα, η Goodall προσπαθούσε να σώσει όσα περισσότερα ζώα μπορούσε, προστατεύοντας σαλιγκάρια, σαύρες, ινδικά χοιρίδια, χάμστερ και πουλιά.

Το 1953, σε ηλικία 19 ετών, η Jane γράφτηκε στο Queens Secretarial College του Λονδίνου. Ήθελε να γίνει δημοσιογράφος, αλλά η μητέρα της την συμβούλεψε να πάρει πρώτα ένα πτυχίο, που θα της εγγυόταν μια δουλειά. Αποφοίτησε το επόμενο έτος και στη συνέχεια άλλαξε πολλές δουλειές γραφείου, από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης μέχρι και σε μια κινηματογραφική εταιρεία.

Η Jane έχει παντρευτεί δύο φορές. Στις 28 Μαρτίου του 1964 παντρεύτηκε τον Ολλανδό ευγενή και φωτογράφο άγριας φύσης Βαρόνο Jane van Lawick. Το 1967 απέκτησαν έναν γιο, τον  Hugo Eric Louis, και το 1974 χώρισαν. Τον επόμενο χρόνο, η παντρεύτηκε τον Derek Bryceson, βουλευτή στο Κοινοβούλιο της Τανζανίας και διευθυντή των εθνικών πάρκων της χώρας, μέχρι τον θάνατό του, από καρκίνo, τον Οκτώβριο του 1980. Χάρη στη θέση του στην κυβέρνηση της Τανζανίας και ειδικότερα ως επικεφαλής του συστήματος εθνικών πάρκων της χώρας, ο Bryceson μπόρεσε να προστατεύσει το ερευνητικό έργο της συζύγου του.

Το ταξίδι στην Αφρική

Τον Μάρτιο του 1957, επισκέφθηκε έναν παιδικό της φίλο στο αγρόκτημα της οικογένειάς του, στην Κένυα. Ταξίδεψε τρεις εβδομάδες με πλοίο, όμως, η Αφρική ήταν ακριβώς αυτό που περίμενε και αναζητούσε. Η άγρια ​​φύση την μάγεψε. Ξεκίνησε να εργάζεται στο Nairobi, πρωτεύουσα της χώρας, όπου και συνάντησε τον διάσημο παλαιοντολόγο Louis Leakey, επιμελητή του μουσείου φυσικής ιστορίας της πόλης. Ο Leakey πίστευε ότι οι άνθρωποι και οι χιμπατζήδες μοιράστηκαν έναν κοινό πρόγονο, μια ιδέα που είχε τις ρίζες της στη θεωρία του Δαρβίνου. Όταν γνώρισε την Goodall της πρότεινε να εργαστεί ως γραμματέας του, καθώς τον εντυπωσίασαν οι γνώσεις και η αγάπη της για τη φυσική ιστορία και τα ζώα.

Αν και δεν της το είχε πει από την αρχή, ο ίδιος αναζητούσε κάποιον για να τον βοηθήσει στην διερεύνηση της συμπεριφοράς του χιμπατζή και εκείνη φαινόταν ιδανική υποψήφια. Το 1958, σε ηλικία 25 ετών, η Jane ταξίδεψε πίσω στο Λονδίνο και πέρασε αρκετό καιρό στα γραφεία εμπειρογνωμόνων στους τομείς της ανατομίας και της συμπεριφοράς των πρωτευόντων. Το καλοκαίρι του 1960, ο Leakey είχε συγκεντρώσει αρκετά χρήματα για να χρηματοδοτήσει το έργο του και έτσι την έπεισε να επιστρέψει στην Αφρική. Ταξίδεψε στην Τανζανία για να ξεκινήσει τις παρατηρήσεις της. Η μητέρα της την συνόδευσε για τους πρώτους μήνες. Στην αρχή ήταν ολομόναχες, όμως σταδιακά έχτισαν σχέσεις με τους ψαράδες και τις φυλές που ζούσαν στη γύρω περιοχή.

Για την έρευνά της δεν ακολουθούσε τις παραδοσιακές μεθόδους. Άρχισε να ονομάζει τους χιμπατζήδες που έβρισκε, γεγονός που της επέτρεψε συνδεθεί πιο προσωπικά μαζί τους, αναγνωρίζοντάς τους ως μεμονωμένες προσωπικότητες. Στην Jane Goodall ωφείλουμε τα περισσότερα στοιχεία που έχουμε για την ζωή, τη συμπεριφορά και τις συνήθειες των χιμπατζήδων.

Η πιο σημαντική ίσως ανακάλυψή της είναι πως οι χιμπατζήδες χρησιμοποιούν, όπως και οι άνθρωποι, εργαλεία. Τους παρατήρησε, καθώς έψαχναν για τα σωστά κλαδιά, αφαιρούσαν όλα τα φύλλα και στη συνέχεια χρησιμοποιούσαν το σάλιο τους και το κλαδί για να τραβήξουν τερμίτες από τρύπες. Διαπίστωσε ακόμη πως έχουν κοινωνική δομή. Οι χιμπατζήδες έχουν στενές και συχνά πολύπλοκες σχέσεις με άλλους χιμπατζήδες. Αυτές οι σχέσεις συχνά χαρακτηρίζονται από την κατανομή τροφίμων και συγκεκριμένων τελετουργιών καλλωπισμού. Αντίστοιχα, υπάρχουν και ισχυρές οικογενειακές σχέσεις. Οι μητέρες είναι στενά συνδεδεμένες με τα παιδιά τους και τα αδέλφια έχουν ομοίως στενούς οικογενειακούς δεσμούς.

Η έρευνα της Jane Goodall βοήθησε τους ανθρώπους να καταλάβουν όχι μόνο τις σχέσεις των χιμπατζήδων μεταξύ τους, αλλά και τις σχέσεις μεταξύ χιμπατζήδων και ανθρώπων. Περισσότερα στοιχεία για το έργο και τις ανακαλύψεις της μπορείτε να βρείτε στην επίσημη ιστοσελίδα του ινστιτούτου της.

Ινστιτούτο Jane Goodall

Το 1977, η Goodall ίδρυσε το Ινστιτούτο για την στήριξη της έρευνάς της στο Γκόμπε. Σήμερα έχει 19 γραφεία σε ολόκληρο τον κόσμο, και έχει κερδίσει ευρεία αναγνώριση, χάρη στα προγράμματα διατήρησης και ανάπτυξης που εκτελεί στην Αφρική με επίκεντρο τις τοπικές κοινότητες. Το 1991, το Ινστιτούτο ξεκίνησε ένα πρόγραμμα υποστήριξης της νέας γενιάς, με τίτλο Roots & Shoots, μετά τη συνάντηση της κορυφαίας πρωτευοντολόγου με 16 εφήβους από την Τανζανία, που συζήτησαν μαζί της μια σειρά από προβλήματα που γνώριζαν από πρώτο χέρι και τα οποία τους προκαλούσαν βαθύ προβληματισμό. Ο οργανισμός περιλαμβάνει πλέον πάνω από 10.000 ομάδες νέων σε πάνω από 100 χώρες. Σήμερα, η Goodall μάχεται για την προστασία των χιμπατζήδων και του περιβάλλοντός τους, ταξιδεύοντας σχεδόν όλο τον χρόνο.

Το ακτιβιστικό της έργο

Παρότι το έργο της είχε ως επί το πλείστον αντικείμενο μελέτης τους χιμπατζήδες, η Jane ενδιαφέρεται και μάχεται για την προστασία όλων των ζώων. Είναι πρώην πρόεδρος του οργανισμού Advocates for Animals, με έδρα στο Εδιμβούργο, ο οποίος διεξάγει καμπάνιες ενάντια στη χρήση των ζώων σε ιατρικές έρευνες, ζωολογικούς κήπους, αγροκτήματα και αθλήματα. Είναι, επίσης, επίσημη υποστηρικτής της φιλανθρωπικής οργάνωσης Population Matters, που ασχολείται με την επίδραση του ανθρώπινου πληθυσμού στη βιωσιμότητα του περιβάλλοντος, και πρέσβειρα της εταιρείας παραγωγής ντοκιμαντέρ άγριας φύσης Disneynature.

Η Goodall έχει ταχθεί εναντίον του κυνηγιού της αλεπούς και ήταν μια από τις 20 και πλέον προσωπικότητες που το 2015 υπέγραψαν μια επιστολή προς τα Μέλη του Κοινοβουλίου για να δηλώσουν την αντίθεσή τους με τα σχέδια του Συντηρητικού Πρωθυπουργού Ντέιβιντ Κάμερον να τροποποιήσει τον Κυνηγετικό Νόμο του 2004. Είναι χορτοφάγος και υποστηρίζει την υιοθέτηση της διατροφής αυτής για λόγους υγείας και προστασίας του περιβάλλοντος, αλλά και για ηθικούς λόγους.

Η Jane Goodall έχει αναγνωριστεί ως μια από τις σημαντικότερες γυναίκες επιστήμονες της εποχής μας, καθώς έχει προσφέρει πολλά με τη δράση της στη διεθνή επιστημονική κοινότητα. Έχει γράψει δεκάδες βιβλία και έχει βοηθήσει στη δημιουργία  ντοκιμαντέρ, πολλά από τα οποία κυκλοφόρησαν μέσω του National Geographic.