POWER

Καίτη Κυριακόπουλου: Η μεγάλη κυρία της βιομηχανίας

Η Καίτη Κυριακόπουλου, που απεβίωσε χθες ήταν η μεγάλη κυρία της ελληνικής βιομηχανίας, κορυφαία προσωπικότητα της ελληνικής επιχειρηματικότητας, ήταν η πρώτη γυναίκα που κράτησε τα ηνία μιας βαριάς βιομηχανίας-ορυχείων και συνέδεσε το όνομά της με την γυναικεία επιχειρηματικότητα, τη βιομηχανική καινοτομία και την τόλμη να κάνει τη σωστή στιγμή τις κατάλληλες επιλογές. Η Καίτη Κυριακόπουλου, ηγήθηκε με δυναμισμό και επιτυχίες της εμβληματικής επιχείρησης S&B Βιομηχανικά Ορυκτά – πρώην ΑΕΕ Αργυρομεταλλευμάτων και Βαρυτίνης & ΑΕΜ Βωξίται Παρνασσού, που σήμερα είναι μέλος  του ομίλου Imerys. Η εταιρεία της με βάση το νησί της Μήλου και την περιοχή της Φωκίδας, κατέκτησε τις διεθνείς αγορές και απετέλεσε μια από τις πρώτες πολυεθνικές επιχειρήσεις της χώρας.  Επίσης, η επιχειρηματική της παρουσία συνδέθηκε και με τον κλάδο του εμπορίου, με όχημα την «ΜΟΤΟΔΥΝΑΜΙΚΗ», μετεξέλιξη της εταιρείας «ΑΦΟΙ ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΙ A.E.Ε.».

Πρωτοπόρησε επιχειρηματικά γιατί συνέδεσε νωρίς την επιστήμη με την επιχειρηματικότητα εξασφαλίζοντας  την ανταγωνιστικότητα  των προϊόντων της και πρωτοπόρησε και στο management κάνοντας  πράξη την εταιρική κοινωνική ευθύνη με στόχο την ανάδειξη στελεχών, το σεβασμό στους εργαζομένους της και την προσφορά  στην τοπική κοινωνία, την παιδεία και στον πολιτισμό.

Με σπουδές στις επιστήμες της φυσικοχημείας και με ερευνητικό έργο που ξεδιπλώθηκε στα περίφημα εργαστήρια BELL LABs στις ΗΠΑ, έδωσε άλλη ώθηση στην ελληνική βιομηχανία, αλλά και στην έννοια του επιχειρείν, όταν το 1970 ανέλαβε τα ηνία των εταιρειών, που είχαν ιδρύσει ο παππούς της, Ευριπίδης Μαυρομμάτης, και ο θείος της, Ηλίας Ηλιόπουλος΄.

H Καίτη Κυριακοπούλου γεννήθηκε στο Βουκουρέστι το 1922, μεγάλωσε στην Αγγλία και Γαλλία κι έφτασε, στα 13 της, στην Ελλάδα. Σπούδασε Μαθηματικά και Φυσική, ενώ ταυτόχρονα εργαζόταν στο Πανεπιστήμιο Mount Holyoke της Μασσαχουσέτης. Εξήντα χρόνια αργότερα, τιμώντας το συνολικό της έργο, το πανεπιστήμιό της, της απένειμε το degree Doctor of Humane Letters honoris causa.

Γύρισε στην Ελλάδα το 1950, παντρεύτηκε τον Πάρι Κυριακόπουλο και απέκτησε δύο παιδιά, τον Οδυσσέα και την Φλωρίκα. Με τον θάνατο του πατέρα της, το 1970, ανέλαβε την διοίκηση των οικογενειακών επιχειρήσεων Βωξίται Παρνασσού, Αργυρομεταλλευμάτων & Βαρυτίνης και Αδελφοί Ηλιόπουλοι, που είχε δημιουργήσει το 1934 ο πατέρας της μαζί με τα αδέλφια του Ηλία και Θανάση.

 

Ήταν μπροστά από την εποχή της και με θάρρος και δυναμισμό ανέλαβε τα ηνία της βιομηχανίας της το 1970, δίνοντάς της πνοή και μοντέρνα οπτική αλλά και ανάπτυξη ώστε να την παραδώσει στο γιό της Οδυσσέα Κυριακόπουλου.

Ήταν η εποχή που έκανε και την πρώτη της επίσκεψη στα μεταλλεία βωξίτη. Τότε όπως διηγούνται, ζήτησε να επισκεφθεί μια υπόγεια στοά -και άκρα σιωπή έπεσε στους μηχανικούς που την συνόδευαν. Τελικά, ο πιο θαρραλέος από αυτούς προσπάθησε να εξηγήσει ότι εθεωρείτο μεγάλη γρουσουζιά το να μπει μια γυναίκα στη γαλαρία. Η Καίτη Κυριακοπούλου απάντησε: «Κύριοι, εγώ δεν είμαι μια γυναίκα, είμαι η διευθύνουσα σύμβουλος της εταιρείας. Αν θέλετε, έρχεστε μαζί, εγώ πάντως μπαίνω».

Έπρεπε εξάλλου να γνωρίζει τα πάντα για το βωξίτη για να πάρει αποφάσεις για μείωση της παραγωγής λόγω της ύφεσης στη διεθνή αγορά. Κράτησε γερά το τιμόνι της βιομηχανίας και στα δύσκολα, όταν οι αλλαγές στην Ανατολική Ευρώπη είχαν αποτέλεσμα την απώλεια σημαντικών αγορών της εταιρείας.

Το 1975 εγκαινίασε το νέο εργοστάσιο περλίτη στη Μήλο που ήταν το μεγαλύτερο του είδους του στην Ευρώπη και τη δεκαετία του 80 πραγματοποιούσε εξαγωγές στις ΗΠΑ.

Το 1994 εισήγαγε την Αργυρομεταλλευμάτων και Βαρυτίνης στο Χρηματιστήριο Αθηνών και ενίσχυσε την παρουσία του ομίλου στη διεθνή αγορά. Ακολουθούσε τη στρατηγική καθετοποίησης των δραστηριοτήτων σε παγκόσμιο επίπεδο και σύνδεσης των αναγκών των πελατών με τα αποθέματα που διέθετε η εταιρεία, με στόχο το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στην ευρωπαϊκή αγορά. Μέχρι το 2001, που ανέλαβε τη θέση του Διευθύνοντος Συμβούλου ο γιός της Οδυσσέας Κυριακόπουλος είχε θέσει τα θεμέλια για τη  μεγάλη διεθνή ανάπτυξη που ακολούθησε, και είχε εμπνεύσει στο γιο και συνεχιστή της τις βασικές αρχές της επιχειρηματικής ανάπτυξης με σύνεση και ευθύνη.

Φροντίδα για τις τοπικές κοινωνίες

Η Κοινωνική Ευθύνη ήταν καθημερινή πρακτική για τη σιδηρά κυρία της βιομηχανίας, πολύ πριν «γίνει της μόδας».

Στη διάρκεια της επιχειρηματικής της πορείας έδειξε ιδιαίτερη φροντίδα για τις τοπικές κοινωνίες όπου δραστηριοποιούνταν οι εταιρείες, δημιουργώντας μεταξύ άλλων Μεταλλευτικά Μουσεία, Πολιτιστικά και Συνεδριακά Κέντρα, με στόχο την οικονομική και πολιτιστική τους ανάπτυξη. Αντίστοιχα και τους εργαζόμενους,  το ανθρώπινο δυναμικό  της επιχείρησης θεωρούσε πολύτιμους συνεργάτες της επιχειρηματικής της πορείας, γι’ αυτό και μεριμνούσε προσωπικά για τη διαρκή στήριξη και εξέλιξή τους.

Αντίστοιχα και σε επίπεδο διοίκησης, φρόντισε να αναδείξει μια ικανή ομάδα στελεχών, και εγκαίρως διαμόρφωσε σύγχρονους όρους επιχειρηματικής διοίκησης και διαδοχής, παραδίδοντας τη σκυτάλη στην επόμενη γενιά, με άξιο συνεχιστή το γιο της Οδυσσέα Κυριακόπουλο.

Παραδίδοντας την διοίκηση των επιχειρήσεων στον γιο της Οδυσσέα, είχε την ευκαιρία να συνεχίσει το φιλανθρωπικό και πολιτιστικό της έργο, για το οποίο της έχουν απονεμηθεί δεκάδες διακρίσεις, ανάμεσά τους το γαλλικό παράσημο της Λεγεώνας της Τιμής, το ανώτατο βραβείο του Διεθνούς Ρόταρυ, ενώ είχε ανακηρυχτεί «Γυναίκα της Χρονιάς» από το Αμερικανικό Ινστιτούτο Βιογραφίας.

Ανάμεσα στο πλούσιο και πολυσχιδές κοινωνικό της έργο ξεχωρίζει και η ίδρυση το 1998 της «Έδρας Χρηματοοικονομικής Καίτη Κυριακοπούλου» στο ALBA Graduate Business School, ιδιαίτερης σημασίας για την εκπαίδευση και ανάπτυξη στελεχών επιχειρήσεων,  στη χώρα μας.

Στην  50χρονη επιχειρηματική της πορεία έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις τοπικές κοινωνίες και  προσέφερε πολλές υποτροφίες, υποστηρίζοντας το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες και ανέπτυξε έντονο φιλανθρωπικό έργο, στηρίζοντας ιδρύματα, μουσεία, οργανώσεις για το περιβάλλον και ιατρικούς οργανισμούς, ενώ διατηρούσε πάντα ένα  χαμηλό προφίλ και δεν αναφερόταν ποτέ στις αγαθοεργίες της. Της άρεσε  να διηγείται ιστορίες και ανέκδοτα από την «νομαδική» ζωή που έζησε μέχρι σχεδόν τα 30 της χρόνια.

Γιατο έργο της έχει τιμηθεί με δεκάδες διακρίσεις, ανάμεσα στις οποίες το γαλλικό παράσημο της Λεγεώνας της Τιμής και το ανώτατο βραβείο του Διεθνούς Ρόταρυ, ενώ είχε ανακηρυχτεί “Γυναίκα της Χρονιάς” από το Αμερικανικό Ινστιτούτο Βιογραφίας.