RETRO

Matilda McCrear: Η τελευταία επιζώσα του τελευταίου δουλεμπορικού πλοίου

Βίωσε απάνθρωπες καταστάσεις, αλλά ποτέ δεν έσκυψε το κεφάλι

Τον Ιούλιο του 1860 έφτασε στην Αλαμπάμα. Ήταν αιχμάλωτη στο τελευταίο πλοίο μεταφοράς σκλάβων από την Αφρική στις ΗΠΑ, το διάσημο Clotilda. Επίσης, ήταν μόλις δύο ετών. Ο λόγος για τη Matilda McCrear, τη μακροβιότερη επιζώσα του τελευταίου δουλεμπορικού.

Η εγγονή της, που σήμερα είναι 92 ετών, τη θυμάται σαν μία σκούρα γυναίκα με μακριά μαλλιά. «Μου μιλούσε για τη μαμά και τις αδελφές της στο καράβι. Πώς έφτασαν στην Αλαμπάμα και μετά έπρεπε να φύγουν, όταν πουλήθηκαν», έχει αναφέρει.

Το αφρικανικό της όνομα, ήταν Àbáké.

Το ταξίδι της Àbáké, λοιπόν, στην Αμερική ξεκίνησε όταν ο στρατός της Δαχομέης λεηλάτησε το χωριό της και οδήγησε τους αιχμαλώτους στο σκλαβοπάζαρο της Ουιντά, στο σημερινό Μπενίν. Εκεί, ο καπετάνιος του Clotilda, William Foster, σάλπαρε προς την Αλαμπάμα με 110 άνδρες, γυναίκες και παιδιά κλειδωμένα στο αμπάρι.

Ανάμεσά τους, μία μητέρα με τις τέσσερις  κόρες της, ένας άνδρας που θα γινόταν αργότερα πατριός τους, και ένας ανιψιός. Η Àbáké ήταν η μικρότερη από τα κορίτσια. Ήταν πολύ μικρή για να θυμάται τις έξι εβδομάδες κόλασης που έζησαν, μέχρι να φτάσουν. Η μητέρα της η Gracie, όμως, της διηγήθηκε τα πάντα. Μεγαλώνοντας, άρχισε να συνειδητοποιεί όσα τις είχε πει: Για τα τρομοκρατημένα παιδιά που έκλαιγαν για ώρες, που οι λυγμοί τους αντηχούσαν τα βράδια. Για τον ξάδελφό της που δεν κατάφερε να φτάσει μέχρι το τέλος του ταξιδιού.

Μαζί με τη Gracie και την αμέσως μεγαλύτερη αδελφή της, πωλήθηκε στον γαιοκτήμονα, γιατρό και εκπρόσωπο του κράτους, Walker Creagh και δεν ξαναείδε ποτέ την υπόλοιπη οικογένειά της. Από τη στιγμή που έφτασαν στα χωράφια, εκείνη απέκτησε το όνομα Madilda και η μητέρα μετακόμισε με τον άνδρα που είχε γνωρίσει στο πλοίο.

Το 1865, ήρθε η απελευθέρωση και η οικογένεια υιοθέτησε το επώνυμο Craigher. Αργότερα, εκείνη πρόσθεσε και το πρόθεμα «Mc», γιατί έτσι της φαινόταν πιο εύηχο.

Στα 14 της χρόνια, απέκτησε το πρώτο της παιδί: τη μικρή Eliza. Ο πατέρας ήταν λευκός. Μπορεί να μην ήταν σκλάβα πια, αλλά εκείνη την εποχή οι μαύρες γυναίκες ήταν αντικείμενα στα μάτια των ανδρών. Αντικείμενα που χρησιμοποιούσαν μόνο για σεξουαλική ικανοποίηση, είτε με τη συγκατάθεσή τους, είτε χωρίς. Η Matilda γέννησε δύο ακόμη μιγάδες κόρες.

Έχασε τη μητέρα της το 1879. Πήρε, λοιπόν, την οικογένειά της και, μετά από έναν καταστροφικό τυφώνα, μετακόμισε σε άλλη περιοχή της Αλαμπάμα. Εκεί γνώρισε το Γερμανό Jacob Schuler, ο οποίος είχε μεταναστεύσει στις ΗΠΑ το 1865 για να γίνει ο φόβος και ο τρόμος κάθε έγχρωμου:  δικαστής και σερίφης. Με την ίδια, όμως, τα πήγαινε μία χαρά.

Μαζί απέκτησαν επτά παιδιά μέσα σε 17 χρόνια. Η σχέση τους δεν έγινε ποτέ γνωστή, όμως εκείνος ήταν πάντα παρών.

Όταν μπήκε ο 20ος αιώνας, η οικονομική κατάσταση της Miranda McCrear είχε βελτιωθεί αισθητά και κατάφερε να νοικιάσει μία φάρμα. Στη συντήρησή της βοηθούσαν και οι μεγαλύτεροι γιοι της, ενώ δεν αποκλείεται σε όλο αυτό να συμμετείχε και ο Schuler.

To 1931, έμαθε από τους εγγονούς της πως οι βετεράνοι του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου θα έπαιρναν ένα μεγάλο ποσό προς τιμήν των υπηρεσιών τους. Εκείνη ήταν τότε 73 ετών. Περπάτησε περίπου είκοσι χιλιόμετρα, διεκδικώντας τα χρήματα που θεωρούσε πως η κυβέρνηση της όφειλε.

Λίγο καιρό αργότερα, ένα άρθρο της τοπικής εφημερίδας ανέφερε πως «H Tildy McCrear πίστευε πως άξιζε αποζημίωση για τον ξεριζωμό της από την Αφρική, όταν ήταν ακόμη μωρό». Ως απόδειξη για την καταγωγή της, παρουσίασε τρεις ουλές στο αριστερό της μάγουλο. Έγινε τεράστια προσπάθεια από τους δημοσιογράφους να τη μειώσουν, να την παρουσιάσουν ψεύτρα και τρελή.

Κανείς δεν την άκουσε, όμως η Matilda παρέμεινε αξιοπρεπής. Είπε στο δικαστήριο πως δε χρειαζόταν τίποτε παραπάνω από αυτά που ήδη είχε. Δεν πήρε ποτέ τη δικαιοσύνη που της άξιζε, όμως δεν έχασε ποτέ την υπερηφάνεια της.

Το 1937 μετακόμισε με την εγγονή της, την Emma. Τρία χρόνια αργότερα, την πρωτοχρονιά του 1940, έπαθε έμφραγμα. Ακόμα και τότε, ήταν μαχήτρια. Κρατήθηκε στη ζωή για δώδεκα ακόμη ημέρες, μέχρι που δεν άντεξε άλλο. Η Matilda McCrear απεβίωσε στις 13 Ιανουαρίου, στα 82 της χρόνια, έχοντας αντιμετωπίσει απάνθρωπες καταστάσεις. Ποτέ, όμως, δεν έσκυψε το κεφάλι.