FASHION

Haute Couture: Η ιστορία της Υψηλής Ραπτικής

Πηγή φωτογραφίας Instagram @ralphandrusso

Η Εβδομάδα Μόδας για την παρουσίαση των περίτεχνων συλλογών Υψηλής Ραπτικής βρίσκεται λίγες μονάχα μέρες μακριά. Πίσω από κάθε φόρεμα ή κοστούμι κρύβονται χιλιάδες ώρες φροντίδας, χειροτεχνίας και κατασκευής. Αυτό είναι, άλλωστε, που κάνει τόσο ξεχωριστές τις συγκεκριμένες συλλογές.

Με το πέρασμα κάθε σαιζόν στο Παρίσι, «λεγεώνες» ανθρώπων στα ατελιέ περνούν αμέτρητες ώρες ράβοντας ατομικά κουμπιά σε σπάνια φτερά ή κόβοντας τις ραφές των ειδικά προσαρμοσμένων γαντιών, έτσι ώστε να δώσουν «σάρκα και οστά» στα οράματα των σχεδιαστών, που βρίσκονται στο πηδάλιο των επιλεγμένων Haute Couture οίκων. Στον κόσμο της Υψηλής Ραπτικής οι εργαζόμενοι μπορεί να περάσουν έως και 700 ώρες δημιουργώντας ένα μόνο ένδυμα, το οποίο έχει σχεδιαστεί για ένα αποκλειστικό πελατολόγιο, περίπου 2.000 αγοραστών. Εάν κάτι φέρει την επωνυμία «Ηaute Couture», αυτό σημαίνει ότι είναι ένα μοναδικό ένδυμα, που έχει δημιουργηθεί ειδικά για έναν συγκεκριμένο πελάτη.

Είναι σημαντικό να αναφέρουμε πως οι Haute Couture συλλογές κατατάσσονται πάνω από τις «prêt-à-porter», οι οποίες φυσικά είναι οι πιο προσβάσιμες για τις σύγχρονες fashionistas και το καταναλωτικό κοινό. Μάλιστα, για τους Γάλλους η Υψηλή Ραπτική είναι πολλά περισσότερα από απλά εκθαμβωτικά φορέματα. Στην πραγματικότητα, είναι ένας τομέας που προστατεύεται από τη γαλλική νομοθεσία. Από πού ξεκινάει, όμως, η ιστορία της Υψηλής Ραπτικής, η οποία έχει φτάσει σήμερα να προστατεύεται μέχρι και από νόμους;

Ο πατέρας της Υψηλής Ραπτικής

Η υψηλή ραπτική μπορεί να είναι συνώνυμη με τη γαλλική κουλτούρα, ωστόσο, η γέννηση της οφείλεται σε έναν Άγγλο! Πιο συγκεκριμένα στον Τσάρλς Φρέντερικ Ουόρθ, ο οποίος όταν μετακόμισε από το Bourne της Αγγλίας στο Παρίσι, το 1856, δημιούργησε ένα ατελιέ ώστε να γίνει μόδιστρος στο κατάστημα υφασμάτων Gagelin. Εκεί ασχολήθηκε με την κατασκευή ειδικών κομματιών για πελάτες, κάτι που δεν συνηθιζόταν εκείνη την εποχή. Και αυτό γιατί μέχρι τότε οι πελάτες απλά αγόραζαν τα υφάσματα από τα αντίστοιχα μαγαζιά και έφτιαχναν μόνοι τους τα ρούχα. Καθώς η δουλειά του αποκτούσε ολοένα και μεγαλύτερη αναγνωσιμότητα ο Ουόρθ άνοιξε τελικά τη δική του μπουτίκ, που έφερε την ονομασία «Worth et Bobergh», στη rue de la Paix. Ο ίδιος κέρδισε γρήγορα μια αφοσιωμένη πελατεία που λάτρευε τη δουλειά του.

Παρ’ όλα αυτά, η δημοτικότητα του έφτασε στη «στρατόσφαιρα», όταν η πριγκίπισσα Ευγενία, που μόλις είχε παντρευτεί τον Ναπολέοντα ΙΙΙ, παρατήρησε ένα από τα σχέδιά του Ουόρθ πάνω στην πιστή πελάτισσα του Valerie Feuillet. Ήταν μια όμορφη δημιουργία από λιλά μετάξι και σχέδια κρίνων. Έκτοτε, ο Ουόρθ ανέλαβε ολόκληρη τη δημιουργίας της γκαρνταρόμπας της Ευγενίας, από περίπλοκα φορέματα μέχρι την καθημερινή ένδυση, κερδίζοντας ακόμα μεγαλύτερη φήμη μεταξύ των αριστοκρατών. Η επιτυχία του βέβαια δυσαρέστησε κάποιους από του πελάτες του, όπως την πριγκίπισσα Πολίν φον Μέτερνιχ, η οποία φαίνεται να «θρήνησε» καθώς όπως ανέφερε «ο Ουόρθ κέρδισε τόσο μεγάλη αναγνωσιμότητα και εγώ έχασα πολλά… γιατί από εκείνη τη στιγμή και μετά, δεν υπήρχαν άλλα φορέματα στα 300 φράγκα το καθένα».

Ο Ουόρθ όχι μόνο ανέδειξε την τεχνική υπεροχή στη δημιουργία των ρούχων του, αλλά ήταν επίσης ο πρώτος σχεδιαστής που διοργάνωσε ετήσιες εκθέσεις των δημιουργιών του με ζωντανά μοντέλα, κάτι που είναι πλέον απαραίτητο για τους σχεδιαστές που επιθυμούν να ενταχθούν στο Fédération de la Haute Couture et de la Mode.

Πώς λειτουργεί η Υψηλή Ραπτική;

Η Fédération de la Haute Couture et de la Mode, και ιδίως η Chambre Syndicale de la Haute Couture, είναι υπεύθυνη για τη ρύθμιση της βιομηχανίας της Υψηλής Ραπτικής στο Παρίσι. Προστατεύει τους οίκους που σχεδιάζουν τέτοιου είδους συλλογές, όπως οι Chanel, Givenchy και Valentino, καθώς και εκείνους που ασχολούνται εξ ολοκλήρου με την Υψηλή Ραπτική, όπως οι Schiaparelli και Jean Paul Gaultier. Συνολικά, υπάρχουν μόνο 14 σχεδιαστές που φέρουν την «ετικέτα» της Υψηλής Ραπτικής.

Ο σχεδιασμός και η ρύθμιση της βιομηχανίας μπορεί να είναι αρκετά δύσκολη και σε πολλές περιπτώσεις ακόμα και παραπλανητική για τους καταναλωτές. Όσον αφορά τη δεύτερη περίπτωση, αυτή της «παραπλάνησης», σημαντικό παράδειγμα αποτελεί η επωνυμία του athleisure brand «Juicy Couture». Οι ιδρύτριες του brand απέχουν τουλάχιστον χιλιόμετρα από τις «Couture» συλλογές των Chanel και Givenchy, ωστόσο, επιλέγουν να ονομάσουν τους εαυτούς τους «Couture» χωρίς να μοιράζονται τίποτα από τη σημασία της λέξης. Σύμφωνα με τη γαλλική νομοθεσία, ο όρος «Haute Couture» προστατεύεται, σε αντίθεση με τη λέξη «couture», η οποία αν και παραμένει συνδεδεμένη με μια αποκλειστική αγορά υψηλής μόδας, φαίνεται να χρησιμοποιείται ευρέως. Στο βιβλίο τους «The Glitter Plan: How We Started Juicy Couture for $200 and Turned it Into a Global Brand», οι ιδρυτές Pamela Skaist-Levy και Gela Nash-Taylor εξηγούν: «Η λέξη ‘couture’ έχει γίνει μέρος της ποπ κουλτούρας. Έχει ληφθεί από σχεδόν κάθε εταιρεία στον πλανήτη… Το ‘couture’ είναι μια τεράστια λέξη στο παιχνίδι του branding».

Η βιομηχανία της Υψηλής Ραπτικής έχει, ακόμα, αρκετά αυστηρά κριτήρια και κανόνες οι οποίοι πρέπει να τηρούνται από τα μέλη της. Οι σχεδιαστές, για παράδειγμα, που επιθυμούν να δημιουργήσουν Haute Couture συλλογές πρέπει να έχουν το δικό τους ατελιέ με όχι λιγότερο από 15 άτομα (εκτός από τα 20 μέλη τεχνικού προσωπικού, το οποίο περιλαμβάνει σχεδόν 2.200 «les petit mains», τα οποία παρέχουν την επίπονη λεπτομέρεια στα κομμάτια), το οποίο αναλαμβάνει και την δημιουργία των ιδιωτικών παρουσιάσεων και fittings. Ο κάθε οίκος πρέπει, επίσης, να δείξει τουλάχιστον 25 σύνολα στην Εβδομάδα Μόδας Haute Couture του Παρισιού, η οποία πραγματοποιείται δύο φορές το χρόνο, τον Ιανουάριο και τον Ιούλιο.

Η Paris Haute Couture Week, από την άλλη πλευρά, είναι μια πολυτελής και λαμπερή υπόθεση, την οποία παρακολουθούν κυρίως πελάτες (το «porte-monnaie sur pattes» ή αλλιώς τα «πορτοφόλια για περπάτημα») με έτοιμα τα check των επιταγών στα χέρια τους, ώστε να διασφαλίσουν το επόμενο extravagant φόρεμα Υψηλής Ραπτικής της συλλογής τους. Κάποια από τα κομμάτια, μάλιστα, τείνουν να ξεπερνούν και τα 20.000 δολάρια! Βέβαια όσο μεγάλες και εάν είναι οι τιμές των κομματιών, οι Haute Couture συλλογές και οι επιδείξεις τους δεν αποτελούν τεράστια «χρηματικά έπαθλα» για τους οίκους, καθώς σε πολλές περιπτώσεις τείνουν να χάνουν αρκετά περισσότερα από αυτά που κερδίζουν στις πωλήσεις. Ωστόσο, αποτελούν ένα μέσο τόνωσης της αίγλης του εκάστοτε οίκου..

Ποιοι αγοράζουν Υψηλή Ραπτική;

Η Βρετανίδα κοσμική Ντάφνι Γκίνες είναι μία από τους πιο διάσημους αγοραστές Υψηλής Ραπτικής. Κληρονόμος της περιουσίας Guinness, η Ντάφνι μετράει στη συλλογή της μοναδικές δημιουργίες, όπως κομμάτια των Alexander McQueen και Givenchy. Είναι τόσο γνωστή για τη λατρεία της στην Υψηλή Ραπτική, που έδειξε ακόμη και τα αγαπημένα της κομμάτια σε μια έκθεση στο Fashion Institute of Technology. Σε μία παλαιότερη συνέντευξη η ίδια είχε αναφερθεί στην αφοσίωσή της στην Υψηλή Ραπτική εξηγώντας πως «η ουσία της Υψηλής Ραπτικής μοιάζει με την διαδικασία και την εμπειρία ενός άντρα που πηγαίνει σε έναν ράφτη στο Savile Row: Η ομορφιά βρίσκεται στη διαδικασία. Όλοι οι άνθρωποι που βρίσκονται στο ατελιέ προσπαθούν να κάνουν πραγματικότητα την ιδέα που έχεις εσύ στο μυαλό σου. Μπορείτε, λοιπόν, να αγνοήσετε εντελώς τις επιδείξεις».

Άλλοι διάσημοι αγοραστές υψηλής ραπτικής περιλαμβάνουν την Έλενα Περμίνοβα (σύζυγος του δισεκατομμυριούχου Αλεξάντερ Λεμπέντεφ), τη Μοζάχ Μπιντ Νασέρ Αλ Μισνέντ (δεύτερη σύζυγος του Χαμάντ μπιν Χαλίφα αλ Θανί) και τη βασίλισσα Ράνια της Ιορδανίας.

Παρ’ όλα αυτά η βιομηχανία της Υψηλής Ραπτικής, όπως και εν γένει η μόδα, έχει δεχθεί μεγάλο πλήγμα από το πέρασμα της πανδημίας του κορονοϊού και είναι αρκετά αβέβαιο το μέλλον της. Πλέον οι καταναλωτές προτιμούν να επενδύουν σε ευκολοφόρετα κομμάτια και όχι σε επίσημες ενδύσεις. Ακόμα και εκείνοι, που ανήκουν στο exclusive πελατολόγιο των οίκων, διστάζουν να κάνουν μία τόσο μεγάλη αγορά για ένα κομμάτι που ακόμα δεν ξέρουν πότε θα το φορέσουν. Έτσι, όλη η fashion κοινότητα αναμένει να δει τη παρουσίαση των νέων Haute Couture συλλογών εν μέσω της πανδημίας. Άραγε θα αλλάξουν οι φανταχτερές δημιουργίες; Θα προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα των κατ’ οίκων περιορισμών και της κοινωνικής αποστασιοποίησης ή θα είναι ακόμα πιο εκθαμβωτικά δείχνοντας στιβαρή αντίσταση στις φόρμες που έχουν καταλάβει την καθημερινότητα μας;

Διαβάστε επίσης:

90s Trends: 6 τάσεις της δεκαετίας του ’90 που κυριαρχούν στις σημερινές

4 χρυσοί στιλιστικοί κανόνες από την εμβληματική Όντρεϊ Χέπμπορν

15 αξιομνημόνευτες εμφανίσεις της Πριγκίπισσας Νταϊάνα στα 80s

Ακολουθήστε το Portraits στο Google News για την πιο ξεχωριστή ενημέρωση